Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013

Ποιήματα από τη συλλογή: Ο Μικρός Ήλιος (2009)- Σάκης Αθανασιάδης



Ποιήματα από τη συλλογή: Ο Μικρός Ήλιος (2009)- Σάκης Αθανασιάδης

ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΠΡΩΙΝΟ

Τώρα που δεν απαγορεύεται ο ήλιος
Θα βγω στον δρόμο
Πετώντας τη θλίψη
Σε κάδους απορριμμάτων
Περνώντας μικρούς ή μεγάλους ίσκιους
Παρατημένες φωνές, σώματα..
Θα σπάσω με τα δόντια τη σιωπή
Διαβάζοντας ξανά και ξανά
Όλα μου τα ποιήματα
Που έχω σκορπίσει
Στο δρόμο.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

 ΟΙ ΠΕΤΡΙΝΟΙ ΚΗΠΟΙ

Κοιτάζω απ’ το λόφο
Τις ρυτίδες της πόλης
Μυρίζω την αναπνοή
Της ανάγκης.
Κατηφορίζω
Στενοί δρόμοι
Βραδιάζει
Μπλε φώτα
Κλειστά παράθυρα
Ερημιά.
Σταματάω στην άκρη του δρόμου
Μαζεύω βιαστικά λέξεις
Και συνεχίζω την περιπλάνηση.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 


 ΠΡΟΣΦΥΓΑΣ

Δρόμος στρωμένος με ζωές
Η ελευθερία
Και η ιστορία κόκκινη στους αιώνες
Στη γη μου.
Στην ησυχία του βουνού
Πιάνουν κουβέντα για το χθες
Πλατάνια και βελανιδιές
Σε χαϊδεύει ο ουρανός
Το δέρμα βάφεται πράσινο.
Από εκεί έρχομαι
Εδώ ανάμεσά σας
Με λίγο βαρδάρη στα μάτια
Με ποιήματα.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΜΕΡΕΣ ΒΑΜΕΝΕΣ ΠΡΑΣΙΝΟ

Έβαλα λίγο πράσινο στη μνήμη
Και βάδισα στο δρόμο
Οι μέρες μου όλες
Ακολουθούν βήματα
Μα εσύ τρέχεις
Σε κρύβει η πόλη στο κορμί της.
Γεμίζω τις σελίδες μου
Ελπίδα, οργή, λουλούδια
Κι άλλα σύνεργα των ποιητών
Σε ψάχνω
Σαν μάνα
Σαν ερωμένη
Σαν…
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Κυνηγούσες πολύ πρωί στην Πεδιάδα
Πουλιά και ήλιο
Και αντί για προσευχή
Έπινες τσίπουρο
Παίρνοντας δύναμη
Απ΄ τα μάτια του μαύρου σέτερ
Που έλεγες πως τα βράδια σου Μιλούσε
Της ΄Ιρμας.
Οι άνθρωποι τελειώνουν
Και τα τσιγάρα μουρμούριζες
Τους χειμώνες
Γι΄ αυτό πλούσιος δεν έγινες ποτέ
Δεν μάζεψες τον ιδρώτα σου
Σε πιθάρια
Ούτε τις αϋπνίες σου επένδυσες
Σε μετοχές.
Ξαφνικά τυλίχτηκες στη σιωπή
Σεντόνι ο χρόνος σε σκέπασε
Καλό το ταξίδι στον μεγάλο δρόμο
Πατέρα;
Σάκης Αθανασιάδης cop.

Η ΣΥΜΜΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΟΣ
Φωτογραφίες
Πέτρες που διώχνουν το φόβο
Φωνάζουν τα παιδιά
Να γεμίσουν το δωμάτιο.
Σε συμμορίες του απογεύματος
Θα πάω πάλι
Παγίδες στο δρόμο για να στήσω
Παγίδες στα παντελόνια της μοναξιάς σας
Τα ατσαλάκωτα
 cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΤΟ ΦΟΡΕΜΑ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

Άδεια σκηνή
Χάρτινοι έρωτες
Χειμώνας που μένει
Του ονείρου το φόρεμα
Από ένα ποίημα ας βγαίνει.
Με την πλάτη στον τοίχο
Τον καιρό κυνηγάω
Με τα χέρια στις τσέπες
Και φωνή δίχως ήχο
Μια βραδιά θα κλειστώ σ’ έναν στίχο.
Πότε φτάνω σχεδόν να τελειώσω
Πότε λέω βουβά:Προσεχώς
Πότε παίρνω το φόρεμα πίσω
Και ζητάω δυο μάτια με φως.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

ΑΓΙΕΣ ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΕΤΡΟ

Έρχομαι να μαζέψω χρώματα στη γη μου
Κομμάτια έρωτες
Χώμα.
Τα δέντρα της γειτονιάς μου
Τα έκαψε ο χειμώνας των ανθρώπων
Ο φόβος τους πια μουτζουρώνει
Το μικρό άσπρο σπίτι του πατέρα.
Βράχηκαν οι φωνές των φίλων
Απότομα μεγαλώνω
Μαζεύω σκόρπιο εαυτό
Και ταξιδεύω ξανά στη σιωπή της πόλης.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ ΣΕ ΜΠΑΡ

Ο καπνός σαν πρωινή ομίχλη
Τα τσιγάρα με τα κόκκινα μάτια τους
Χαϊδεύουν το κορμί του σκοταδιού
Κουρσάροι στο καράβι της μοναξιάς.
Ζητάς σαν μετανάστης μια ταυτότητα
Κι όλο προσεύχεσαι να κρυφτεί
Η μακριά νύχτα.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ

Αστεράκια που ξεκόλλησαν
Απ’ τον ουρανό
Λάμπουν στα μάτια σου
Η σβησμένη φωνή μου σε ακολουθεί
Τη διώχνεις κλείνοντας τα βλέφαρα.
Τα χείλη σου
Ένα πηγάδι υποσχέσεις
Θέλω να τραβήξω όνειρα
Να πλυθώ.
Στο τέλος της συναυλίας
Μόνο η μεγάλη νύχτα χόρευε
Και η ψυχή μου.
Καθώς με κυνηγούν
Τα φώτα των αυτοκινήτων
Κρύβομαι στο σκοτάδι.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΜΕ ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΡΟΥΧΑ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ

Ας μου έκρυψαν
Τα μαύρα ρούχα την ψυχή
Δεν τρόμαξα το δρόμο
Τη στάση φοβήθηκα
Εσένα
Που έπιασες στα χέρια σου
Τα όνειρα και κοιμήθηκες.
Στα μαύρα μου ρούχα
Λευκή ψυχή περπατάει
Καινούρια φώτα με πλησιάζουν
Πάντα αγαπούσα
Τα άσπρα χρώματα, τα άστρα.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

         ΠΑΙΟΝΙΑ

Απ’ τη σιωπή με λίγες λέξεις
Θα σκαρφαλώσω στο λόφο Άνοιξη
Πίνοντας με το βλέμμα πράσινο
Ατέλειωτο φως.
Θα μαζέψω λίγο κόκκινο χώμα
Το αίμα της ιστορίας
Και άνεμο.
Απ’ τα μυστικά του Αξιού
Στην πλάτη ενός κορμού
Θα φτάσω στη θάλασσα
Μες στο Αιγαίο να σκορπίζω
Τις μυρωδιές της πατρίδας μου.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΣΑΝ ΝΑ ΚΟΙΜΟΤΑΝΕ ΤΟ ΦΩΣ

Το μπλε κολυμπούσε στα μάτια
Τον αγκάλιαζε σαν μητέρα
Καθώς άκουγε τις φωνές των γλάρων
Που μιλούσαν για ταξίδια.
Έπινε με τα μάτια θάλασσα
Με το σώμα ήλιο
Κι έψαχνε χρώματα στην αμμουδιά
Να ντύσει την πατρίδα.
Όταν κοιμήθηκε το φως
Άναψε ένα σπίρτο
Λιώνοντας το σκοτάδι
Ο άνεμος άρχιζε να μυρίζει
Ελευθερία
Καθώς κοίταζε τα φώτα ενός φάρου
Να παίζουν με τα αστέρια.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ

Μια ζεστή Κυριακή
Μοναξιά θα πλημμυρίσει
Την πόλη
Σιωπή χιλιάδων ψυχών.
Θα ’ναι παιδιά βρεγμένα
Απ’ τα νερά της απόλυσης
Αγκαλιασμένα με δώρα
Των κατασκευαστών τους
Και πολύ χειμώνα στις τσέπες.
Εσύ θα μαζεύεις ονόματα
Εγώ χαλασμένα μάτια
Το φθηνότερο υλικό
Του «πολιτισμού».
Εσύ κι εγώ
Σε γλώσσες άγνωστες
Σε πόλεις κόκκινες
Στα όνειρα.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ

Νοσταλγώ έναν ήλιο
Το ποτάμι
Εσένα
Λαχταρώ ένα σύννεφο να στύψω
Να αρχίσω πάλι.
Βλέπω κόκκινο να γεμίζει τις σελίδες
Λέξεις που γέννησε η σιωπή
Τις έντυσε σαν ποιήματα
Μα δε φοβάμαι
Γιατί ακόμη λαχταρώ
Με γυμνά πόδια
Να χορέψω στη βροχή.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΑΓΓΕΛΟΥ

Ανοίγω όλες τις πόρτες
Φυσάει αλμυρός άνεμος
Άδεια αγκαλιά-κακή εποχή
Ένα τρένο φεύγει
Παίρνει μαζί του όλες τις ήττες
Μουτζουρώνει ο καπνός τις σελίδες μου.
Καθώς ο θόρυβος της μηχανής σβήνει
Σκέφτομαι τα φώτα που έχεις
Στο πρόσωπό σου
Αυτά που οι άνθρωποι ονομάζουν μάτια.
Μερικές φορές αναρωτιέμαι
Γιατί οι άγγελοι έμειναν στη γη
Ποιος ξέρει;
Ίσως για να βυζαίνουν
Ελευθερία οι ποιητές
Κι ακούραστοι να σκορπίζουν όνειρα
Έτσι δεν φύτρωσαν οι επαναστάσεις;
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΣΤΗ ΓΙΑΓΙΑ ΜΑΡΙΚΑ

Θυμάμαι τα κόκκινα μάγουλα
Τα μαύρα ρούχα πόνου
Τα λαθραία τσιγάρα που κάπνιζες
Διώχνοντας τη μνήμη μακριά.
Με τις χαμένες πατρίδες
Κοιμήθηκες αγκαλιά
Με αυτές που κι εγώ μεγάλωσα
Έχοντας πάντα στραμμένα τα μάτια
Στην ανατολή.
Θα καπνίσω ως αργά τις ώρες
Και θα πιω όλες τις αναμνήσεις
Σε μια νύχτα.
Σε βλέπω ήδη καθώς ξημερώνει
Πάλι προσφυγάκι
Να ψάχνεις γόνιμο έδαφος
Στα χωράφια του θεού.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΣΤΗΝ ΕΦΗ

Καθώς περπατάω με τα χείλη μου
Στο κορμί σου
Τα στήθη μου γεμίζουν
Χρώματα, μυρωδιές, ταξίδια.
Μεταμορφώνομαι σε παιδί.
Η ομορφιά σου
Έχει το χαμόγελο των λουλουδιών.
Στα πράσινά σου μάτια
Περπατούν οι ώρες
Ντυμένες γιορτή
Μέσα στην αγκαλιά σου
Θέλω να πέφτω
Κι αν δεν πνιγώ
Θα βαπτιστώ ποιητής
Απ’ το μακρύ ταξίδι.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ

Να περπατήσουμε στον χρόνο
Με μάτια ζεστά
Κορμί και ψυχή να μυρίζουν έρωτα
Είναι ατέλειωτο το ταξίδι της αγάπης
Όπως λένε…
Διαβάζω τις φωνές του ανέμου
Το χαμόγελο του ήλιου
Τις γραμμές των ασημένιων αεροπλάνων
Που χαράζουν στον ουρανό
Το όνομά σου
Τότε είναι που η ψυχή μου
Κολυμπάει σε μια θάλασσα
Που τη λούζουν χρυσά φώτα.
Είναι ατέλειωτο το ταξίδι της αγάπης
Όπως λένε…
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΝΕΑ ΖΩΗ

Απλώνω τις ρίζες μου
Βαθιά στη γη
Γίνομαι δέντρο
Οι άνεμοι των ευκαιριών
Να μη με ρίξουν
Λευκό περιστέρι, αγόρι μου.
Τα χέρια μου κλαδιά μοιάζουν
Γεμάτα φύλλα
Όλα γύρω μου μιλούν
Για τον ζεστό ήλιο που γεννιέται
Για την γλυκιά μητέρα
Που σε νανουρίζει.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ ΑΓΟΡΙ

Τα μάτια μου γέμισαν χρώματα
Στη φωτιά της αγάπης καθώς βγήκα
Και ταξιδεύω.
Ποιος ήλιος σε γέννησε δεν ξέρω
Ή από ποιο παλάτι θεών ξέφυγες
Δυνατά φώτα που λιώνουν το σκοτάδι
Τα μάτια σου
Θάλασσα, ουρανός
Οι καλημέρες μου.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

Ο ΜΙΚΡΟΣ ΗΛΙΟΣ

Όταν στα χέρια σου κρατάς
Έναν μικρό ήλιο
Να μη φοβάσαι τα μικρά σύννεφα
Μάζεψε χούφτες φως
Μοίρασέ το σε καρδιές που δεν άνθισαν.
Πλήρωσε τις άδειες μέρες με σιωπή
Στείλε ξανά και ξανά
Μια προσευχή στον ουρανό
Όταν στα χέρια σου κρατάς
Έναν μικρό ήλιο
Τίποτα δεν υπάρχει πιο μεγάλο.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ ΦΕΓΓΑΡΑΚΙ

Στις μικρές νύχτες που εσύ κοιμάσαι
Τα μάτια μας στάζουν προσευχές
Σε αυτό το ταξίδι της αγάπης
Να είσαι εσύ το λουλούδι της ανατολής μας.
Καθώς κοιμάσαι στη ζεστή αγκαλιά
Κι ακούς τους ψιθύρους μας
Θα ’θελα να ’ξερες πως σου ετοιμάζω
Λίγο ήλιο για να παίζεις
Άνοιξαν οι πόρτες τις καρδιάς
Θα περπατήσουμε τον δρόμο
Με τις πεταλούδες;
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΚΕΡΔΙΖΕΙΣ

Στο χαμόγελο της νύχτας
Όλα είναι χθες
Στις όχθες του ποταμού
Καινούριες μυρωδιές
Θα φέρει στη ράχη του ο άνεμος.
Σκάβεις την ψιλή άμμο με τα χέρια
Θάβεις τις ήττες
Όσες μπορείς
Άλλες, τις πνίγεις στον Αξιό
Μουρμουρίζοντας κάθε τόσο
Για να το πιστέψεις:
«Είναι καλύτερα να κερδίζεις».
Φωνές έρχονται και σε βρίσκουν
Γυναίκες, κάνουν παρέλαση
Μπροστά σου
Πριν βαπτιστούν απόλυση
Στα ορμητικά νερά.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

ΛΙΓΕΣ ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΑΝΟΙΞΗ

Πέταξα μνήμες στο πάτωμα
Φωνάζοντας κάθε τόσο:
«Πάρε ελπίδα και πιες
πιες το σώμα μου
κι αν ακόμη διψάς
βρέξε τα χείλη σου
με τη φωνή μου».
Κι ο θεός σου
Ο θεός τους
Ο δικός μου θεός
Μου έπλυνε την ψυχή
Μου δώρισε αρώματα
Και μια εντολή:«Μοίρασέ τα».
Παρατημένος μπροστά σου
Ελεύθερος
Άνοιγα τα δώρα
Μα εσύ δε τα έβλεπες
Κι έτσι τα κράτησα δικά μου
Να τα μοιράσω αλλού
Σε μια ψυχή που κρυώνει
Μετά τον Χειμώνα λένε
Πως έρχεται πάντα η Άνοιξη.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ ΟΝΕΙΡΩΝ

Κατασκευάζω τους έρωτες
Όταν δεν έρχεται αγάπη
Λαχταρώ τη φωνή της να αρπάξω
Αγία η δύναμη της αγάπης.
Στο μυστικό μου εργαστήρι
Μαζεύω στάλα-στάλα τις λέξεις
Μικραίνω τον θεό
Και φτιάχνω ποιήματα.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

Η ΒΑΠΤΙΣΗ

Οι Κυριακές της μοναξιάς
Στις όχθες της νιότης σου
Σε οδηγούν
Ταξιδεύεις με τα μάτια στον ορίζοντα
Μιλάς στα ψαροπούλια
Που ελεύθερα τον έρωτα υμνούν.
Και πάλι βρέχεσαι
Στα ορμητικά νερά του Αξιού
Και πάλι έρχεσαι
Σε μια ανθρώπων θάλασσα
Και βουτάς.
Σαν προσευχή
Σηκώνεις τα μάτια ψηλά
Ταξιδεύεις
Και απ΄ τη διαδρομή στο χθες
Βγαίνεις νέος
Ξυπνάς με γλυκόλογα το ποίημα
Που κοιμάται στο κρύο νερό
Του Αξιού
Ζητάς χρώματα να μιλήσεις.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

ΠΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΛΕΥΚΟ ΔΕΡΜΑ

Μέσα από νύχτες, ήχους, χρώματα
Θα περάσω στο σώμα σου
Βράδια που θα ζητάς απόλυση
Κόκκινα τα λευκά σου όνειρα.
Θα κολλήσω σύμφωνα και φωνήεντα
Στο μυαλό σου
Λέξεις νεκρές στα χείλη σου
Παλιές στα μάτια σου αγάπες.
Με την σημαία του έρωτα στο χέρι
Ξανά στο δρόμο με τις μαργαρίτες
θα σε στείλω
Να βρεις τον εαυτό σου
Κι εμένα, τον ποιητή.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

ΓΥΜΝΗ ΠΕΡΙΟΧΗ

Τον έρωτα θα πληρώνεις
Στις νύχτες τους
Θα μιλάς σιγά
Τα μάτια θα κλείνεις
Θα φωνάζεις απών.
Κλειστά παράθυρα
Θα κλέβουν τα μεσημέρια
Σε μια οθόνη θα μιλάς
Στον εαυτό σου
Φιλιά από σένα σε σένα
Ήσυχες μέρες.
Σε πόλεις που έχουν αστυνόμους
Για τον έρωτα και τη μοναξιά
Σε πόλεις βαμμένες σαν εταίρες
Πόσες ανάσες σου ’χουν μείνει;
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΚΑΙ ΜΕ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΕΚΔΡΟΜΗΣ

Γλιστρούσαν ποιήματα
Απ’ τα μάτια στο πάτωμα
Ζεστά μάτια
Που κρύβονταν.
Πάντα θα υπάρχει ένας δρόμος
Να ταξιδεύεις
Να προσπερνάς τη θλίψη
Με ήλιο, με γαλάζιο ουρανό
Να λες έφτασα εδώ
Να βαπτιστώ δρόμος
Στην καινούρια θάλασσα
Να γίνω καράβι
Κλείνοντας τις πληγές μου
Με ήλιο, αλάτι , έρωτα.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΣΥΛΛΟΓΕΣ

Θα βάλω την εικόνα σου
Στο καλάθι με τα σπάνια ευρήματα
Να σε παρατηρώ
Όταν κλείνω τα μάτια
Ανάμεσα σε πολεμίστρες κι ασφοδέλους
Να φωνάζεις κοντά τον έρωτα.
Έτσι ίσως σε αναγνωρίσω
Όταν θα χαστουκίζεις τον θάνατο
Ή όταν τινάζοντας μακριά
Την σκόνη των δογμάτων
Θα σκίζεις τα μαύρα ρούχα της διαφοράς.
cop.Σάκης Αθανασιάδης 

ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ

Η γυναίκα:
Λέξεις που αστόχησαν
Πληγές στο δέρμα
Σκουπίζω τη σκόνη του έρωτα
Ναυαγώ.
Μορφές χάσκουν ειρωνικά
Χορεύουν στο σκοτάδι
Ανοίγω το φως
Διώχνω τα πνεύματα.
Η σάρκα καίει
Είμαι γυναίκα φωνάζω
Απ’ το ανοιχτό παράθυρο
Ο άνεμος φέρνει ένα χέρι
Στα μαλλιά μου, το χάδι σου.
Σβήνω το φως κι ονειρεύομαι…
Ο άντρας:
Σε είδα ριγμένη στην ανάγκη
Οι πτώσεις
Πότισαν φόβο τα μάτια μου.
Γινόμουν παιδί για να σε συναντήσω
Έβρεχα τις λέξεις
Τρύπωνα μέσα σε δέσμες φωτός
Και γλιστρούσα στο σώμα σου
Μα εσύ δεν το ήξερες
Ή δεν το έμαθες ποτέ.
Σάκης Αθανασιάδης cop.

ΝΑΥΑΓΟΙ

Κοιτάζω το ξύλινο πάτωμα
Ένα τσαμπί μάτια
Γέρνει γυμνό στη νύχτα
Τα πρόσωπα έχουν την ηλικία
Καμένων τσιγάρων
Στους τοίχους βλέπω τον χρόνο
Να πεθαίνει κίτρινος
Καμιά μουσική δεν θα φέρει
Τον έρωτα.
Είπα να φωνάξω
Φάτε ποιήματα
Ακούστε τη μουσική των ματιών
Πλυθείτε με γέλια.
Είπα…
cop.Σάκης Αθανασιάδης 
Επιτρέπεται η δημοσίευση μόνο σε ηλεκτρονικά μέσα  για μη κερδοσκοπικούς λόγους με υποχρεωτική την αναφορά του ονόματος του  δημιουργού. Οποιαδήποτε άλλη εκμετάλλευση του έργου ή μέρος αυτού απαγορεύεται άνευ γραπτής αδείας του δημιουργού {Ν.2121/1993, άρθρο 51, Ν100/1975 }

1 σχόλιο:

  1. Καλημέρα Σάκη!
    Πρόσφυγες είμαστε σε τούτο το μικρό ήλιο... Καλοτάξιδος!..
    http://stixo-mythia.blogspot.gr/2013/09/blog-post_7.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή