Μπλε βάρκα
Έναν ήλιο ζητούσα, έναν ήλιο να περνάει πρωί
Χρώματα να μαζεύω στο νησί μου το άσπρο
Να ξυπνάει τη θάλασσα το σώμα μου το άγριο
Μες τα ταξίδια του τα όνειρα να έχουνε φωτιά
Μα ο καιρός περνούσε κι εγώ δεν βρήκα γη
Άνεμο που μυρίζει το πρωινό φιλί σου
Αυτά καθόμουν και σκεφτόμουν στην όχθη του Αξιού
Ακίνητος αν πρέπει να μένω κοιτώντας σώματα
Που βυθίζονται στα νερά της συνήθειας
Μια ανάσα σου ζήτησα, μια ανάσα σου να τη πιώ
Να περάσω το ρεύμα, το βαθύ ποτάμι
Αστέρια να μαζέψω στην απέναντι όχθη
Εκεί που δεν μπορούσα να φτάσω μονάχος
Γιατί χωρίς το αίμα να καίει το ποτάμι είναι άγριο
Είναι ωραία να πατάς στη γη
Μα πιο ωραία είναι να μπορείς τα αστέρια να αγγίζεις
Είναι ωραία να βουτάς στη θάλασσα
Μα πιο ωραίο είναι το φιλί της να γνωρίζεις
Έναν τρόπο ζητούσα να μιλήσω
Όταν κοιτούσα στο βουνό τις φωτιές
Χωρίς την ανάσα σου με είχε πνίξει ο καπνός
Κι έτσι άρχισα να γράφω στίχους
Κλωτσιές να ρίχνω στη θάλασσα να σου μιλάει
Μα ο καιρός περνούσε το φράγμα είχε φτιαχτεί
Μαζεύτηκαν οι λάσπες μεγάλωσε το μίσος
Τίποτα δεν κατάλαβες ως σήμερα
Ποτέ σου δεν κατάλαβες πως χάνονται τα καλοκαίρια της ψυχής
Το ταξίδι όμως συνεχίζεται στη μπλε μου τη βάρκα
Σάκης Αθανασιάδης
το γκρεμισμένο κάστρο των ηρώων-2015
το γκρεμισμένο κάστρο των ηρώων-2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου